Καρκίνος του Προστάτη

Ο  καρκίνος του προστάτη στις μέρες μας αποτελεί μια συχνή πάθηση που πρέπει να προβληματίζει τον ανδρικό πληθυσμό σε ότι αφορά την πρόληψη της νόσου. Η αύξηση της συχνότητας του προστατικού καρκίνου δεν οφείλεται μόνο στην έγκαιρη διάγνωση της νόσου εξαιτίας της χρήσης σύγχρονων μεθόδων ανίχνευσης και προληπτικού ελέγχου αλλά και στην πραγματική αύξηση της συχνότητας της νόσου, εξαιτίας του σύγχρονου τρόπου διαβίωσης.

  Είναι αλήθεια ότι ο καρκίνος του προστάτη ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ. Ίαση του προστατικού καρκίνου έχουμε με την καλή ενημέρωση του κοινού σχετικά με την πάθηση και με την ευρεία διάδοση της μέτρησης του προστατικού αντιγόνου ή αλλιώς PSA. Η μέτρηση αυτή γίνεται αμέσως μετά από μια απλή αιματολογική εξέταση σε μικροβιολογικό εργαστήριο.

  Όταν λοιπόν εντοπίζουμε τον καρκίνο του προστάτη(βιοψία του αδένα) σε πολύ πρώιμα στάδια, τότε με τη ριζική προστατεκτομή επιτυγχάνουμε θεραπεία και ίαση.

   Με τη συχνή παρακολούθηση του PSA μπορούμε να πετύχουμε ίαση από τη νόσο, εφόσον ο καρκίνος του προστάτη είναι εντοπισμένος στο όργανο και η εξαίρεση του όγκου είναι πλήρης.

   Αξίζει να παραθέσουμε κάποια στατιστικά στοιχεία, για να αντιληφθούμε τη συχνότητα της νόσου.

   Στην Αγγλία ο καρκίνος του προστάτη είναι ο τέταρτος σε σειρά συχνότητας στους άνδρες. Τα υψηλότερα ποσοστά θνητότητας από προστατικό καρκίνο συναντώνται στην Ελβετία και τις σκανδιναβικές χώρες, ενώ τα χαμηλότερα στην Ιαπωνία.

   Η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αυξάνεται προοδευτικά με την ηλικία, ξεκινώντας στην ηλικία 50-60 ετών με 10% συχνότητα και φθάνοντας το 80% εμφάνισης στους άνδρες 80-90 ετών.

   Οι πιο σημαντικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του προστατικού καρκίνου είναι:

  1. Η γήρανση του πληθυσμού αυξάνει αντίστοιχα και τη συχνότητα κίνδυνου παρουσίασης της νόσου.
  2. Τα κληρονομικά γνωρίσματα, η φυλή, η γεωγραφική κατανομή και άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες. Έχει αποδειχθεί από μελέτες σε μεγάλες χώρες ότι ο κίνδυνος ανάπτυξης προστατικού καρκίνου αυξάνει, όταν υπάρχει θετικό οικογενειακό ιστορικό.
  3. Η διατροφή, τα περιβαλλοντικά καρκινογόνα, οι σεξουαλικές συνήθειες και τα αφροδίσια μεταδιδόμενα νοσήματα, αποτελούν σημαντικούς παράγοντες προδιάθεσης και εμφάνισης της νόσου. Ουσίες όπως το κάδμιο και τα βαρέα μέταλλα είναι επικίνδυνα. Διατροφικές συνήθειες πλούσιες σε κορεσμένα λιπαρά οξέα έχουν ενοχοποιηθεί σημαντικά για τη νόσο. Το ζωικό λίπος και το α –λινολεικό οξύ είναι ίσως οι πιο σημαντικές ουσίες που ενοχοποιούνται. Σημαντικός παράγοντας κινδύνου είναι και η έλλειψη βιταμίνης D.

 

     Αυτό όμως που μπορούμε να κάνουμε πέρα από την αποφυγή των επιβαρυντικών παραγόντων, είναι η συχνή εξέταση του PSA, ώστε να εντοπίσουμε έγκαιρα τη νόσο. Η έγκαιρη διάγνωση οδηγεί στην πλήρη θεραπεία. Θα πρέπει λοιπόν να συμβουλευόμαστε για την πάθηση αυτή τόσο τον γενικό γιατρό και τον παθολόγο μας, όπως και τον μικροβιολόγο μας ώστε να είμαστε ενήμεροι και να κρατούμε επαφή με τους ειδικούς της πάθησης που είναι οι ουρολόγοι.

 

Μάριος  Θ. Ξηρομερίτης

 

Χειρουργός Ουρολόγος